Η διαδικασία της ποινικής διαμεσολάβησης αποτελεί ένα μέσο μέσω του οποίου δύο αντίπαλα μέρη σε μια ποινική υπόθεση είναι σε θέση να φτάσουν σε συμφωνία για την εξωδικαστική επίλυση του διαφορών τους. Αυτή η διαδικασία διεξάγεται με τη βοήθεια ενός ανεξάρτητου διαμεσολαβητή, ο οποίος διευκολύνει την επικοινωνία μεταξύ των μερών και την επίτευξη μιας αποδεκτής λύσης για αμφότερα τα μέρη.
Η ποινική διαμεσολάβηση προσφέρει αρκετά πλεονεκτήματα, τόσο για τα μέρη όσο και για το δικαστικό σύστημα.
Ως προς τα μέρη, η ποινική διαμεσολάβηση μπορεί να έχει τα εξής αποτελέσματα:
- Επιτάχυνση της διαδικασίας: Η διαδικασία της ποινικής διαμεσολάβησης μπορεί να συμβάλει στην ταχεία επίλυση της διαφοράς, αποφεύγοντας έτσι την μακροχρόνια και χρονοβόρα δικαστική διαδικασία.
- Αυξημένη αυτονομία: Μέσω της ποινικής διαμεσολάβησης, τα μέρη έχουν την ευκαιρία να λάβουν τις αποφάσεις που ταιριάζουν καλύτερα στις ανάγκες τους, χωρίς να εξαρτώνται από την επιβολή μιας λύσης από το κράτος.
- Μεγαλύτερη ικανοποίηση: Η ποινική διαμεσολάβηση μπορεί να οδηγήσει σε μια λύση που είναι πιο ικανοποιητική για τα μέρη, καθώς αυτά έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή στη διαμόρφωσή της.
Από την πλευρά του δικαστικού συστήματος, η ποινική διαμεσολάβηση μπορεί να έχει τα ακόλουθα πλεονεκτήματα:
- Αποσυμφόρηση του δικαστικού συστήματος: Η ποινική διαμεσολάβηση συμβάλλει στη μείωση του φόρτου εργασίας των δικαστικών αρχών, καθώς μειώνει τον αριθμό των υποθέσεων που πρέπει να εκδικαστούν στα δικαστήρια.
- Καλύτερη εξυπηρέτηση των θυμάτων: Η ποινική διαμεσολάβηση επιτρέπει την καλύτερη εξυπηρέτηση των θυμάτων, καθώς βοηθά στην επίτευξη μιας λύσης που λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους.
- Μείωση της επανεμφάνισης της εγκληματικότητας: Η ποινική διαμεσολάβηση μπορεί να συμβάλει στη μείωση της επανεμφάνισης της εγκληματικότητας, καθώς μπορεί να βοηθήσει τους δράστες να αλλάξουν τις συμπεριφορές τους.